Κάθε φορά που αναγγέλεται μια νέα δημοσκόπηση (από το Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης το οποίο την έχει παραγγείλει και πληρώσει),
χαμογελώ συγκαταβατικά. Μετά, κάνω κλικ στο σχετικό σύνδεσμο και
διαβάζω τα «ευρήματα» προσεκτικά, προσπαθώντας ν’ αποφύγω το «ντύσιμο»
των στοιχείων από τους δημοσιογράφους του Μέσου. Η ερμηνεία
των αριθμών είναι σχετική και είναι συχνά ευκολότερο να προσαρμόσεις τα
δεδομένα στις προσδοκίες σου, παρά το αντίθετο. Δεν υποννοώ ότι οι
δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας είναι "πειραγμένες" ως
προς τις απαντήσεις που τελικά παρουσιάζουν. Καλό όμως είναι να
θυμόμαστε όλοι ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να διατυπωθεί κάθε ερώτημα και
ότι επίσης, οι δημιουργοί των ερευνών και των ερωτήσεων, όσο κι αν
διαπνέονται από άτεγκτη επιστημονική ηθική, είναι ταυτόχρονα και
επιχειρηματίες. Ως επιχειρηματίες, προσβλέπουν σε συνεχιζόμενες
παραγγελίες για νέες δημοσκοπήσεις. Βεβαίως και υφίσταται ένα σαφές,
αυστηρό νομικό πλαίσιο το οποίο διέπει την δημοσίευση των δημοσκοπήσεων.
Για ορισμένους λόγους όμως, αυτό ακριβώς το νομικό πλαίσιο το οποίο
εγγυάται την αρτιότητα και αμεροληψία των δημοσκοπήσεων, ευθύνεται
ταυτόχρονα και για τον υψηλό βαθμό «ανακρίβειας» που εμπεριέχουν.
Αδιαμφισβήτητα, οι δημοσκοπήσεις είναι
ένα ακριβό σπορ. Εκτός από τα ΜΜΕ, τα οποία είναι συνήθως συμβεβλημένα
με κάποια εταιρία (πράγμα που σημαίνει ότι τίθενται στη διάθεσή τους
περισσότερα στοιχεία και ίσως συχνότερα απ' όσα βλέπουν το φως της
δημοσιότητας), μόνο τα πολιτικά κόμματα, και δη τα μεγαλύτερα, έχουν την
πολυτέλεια να παραγγέλουν τακτικά δημοσκοπήσεις. Τα ευρήματα των
κομματικών παραγγελιών παραμένουν καλοκλειδωμένα μυστικά, απλά διότι
αποτελούν βασικό όπλο διαμόρφωσης στρατηγικής επικοινωνίας. Η διαφορά
τους από τις δημοσιοποιούμενες δημοσκοπήσεις των ΜΜΕ, αφορούν κατά κύριο
λόγο στο response rate, στο μέγεθος του δείγματος και (άρα) στην ακρίβεια των αναγωγών.
Ο Νόμος προβλέπει, προκειμένου περί
πολιτικής φύσεως δημοσκοπήσεων, συγκεκριμένα πράγματα για το μέγεθος του
δείγματος, την τυχαιότητα της δειγματοληψίας, την υπαγωγή σε
δημογραφικά χαρακτηριστικά αντίστοιχα του πραγματικού πληθυσμού, καθώς
και την γεωγραφική κατανομή. Ο ελάχιστος αριθμός συμπληρωμένων
ερωτηματολογίων για πανελλαδική δημοσκόπηση είναι χίλιες (1000).
Εξαιτίας του κόστους, όλες σχεδόν οι πολιτικές δημοσκοπήσεις που
βλέπουμε στα ΜΜΕ έχουν αυτό το ελάχιστο επιτρεπόμενο
δείγμα. Αν χίλια άτομα φαντάζουν ικανοποιητικά «πολλά» σκεφθείτε πρώτα
την παράμετρο της γεωγραφικής κατανομής. Ο μισός πληθυσμός της χώρας
κατοικεί στα πολεοδομικά συγκροτήματα Αθηνών-Πειραιά και Θεσσαλονίκης!
Αυτό σημαίνει πως 500 περίπου από τους ερωτώμενους πρέπει να
προέρχονται από αυτές τις περιοχές (επειδή μιλάμε σχεδόν πάντα για
τηλεφωνικές δημοσκοπήσεις (είναι οι οικονομικότερες), η αναφορά γίνεται
με το πρόθεμα κλήσης των αριθμών του ΟΤΕ, άρα μιλάμε για τις ομάδες 210
και 2310). Ως αποτέλεσμα, σε κάθε δημοσκόπηση ελάχιστου κόστους,
απομένουν 500 περίπου ερωτώμενοι για τους υπόλοιπους 50 νομούς της
χώρας. Δυστυχώς αυτό δεν σημαίνει καν δέκα (10!) άτομα ανά νομό. Κάποιοι
νομοί, λ.χ Αχαϊας, Ηρακλείου, Λάρισας, Μαγνησίας, έχουν αυξημένες
συγκεντρώσεις πληθυσμού. Έτσι, σε μια πανελλαδική πολιτική δημοσκόπηση,
είναι σύνηθες νομοί-μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες (λ.χ Ευρυτανία,
Λευκάδα) να «αντιπροσωπεύονται» από τρεις ή και λιγότερους ερωτώμενους!
Κι αν αυτά ακούγονται ανησυχητικά,
προσθέστε ολίγα ακόμη στοιχεία. Οι δημοσκοπήσεις οφείλουν να είναι
εναρμονισμένες με την γενική αναλογία ανδρών/γυναικών (48/52 περίπου,
τοις εκατό). Επίσης, να ακολουθούν, αναλογικά, την ηλικιακή πυραμίδα.
Επειδή όμως τα συστήματα κλήσεων προς πιθανούς ερωτωμένους βασίζονται σε
λογισμικό το οποίο "καλεί" τηλεφωνικούς αριθμούς με βάση το γεωγραφικό
πρόθεμα (δεν είναι εκ των προτέρων γνωστό αν θα απαντήσει άνδρας ή
γυναίκα και τι ηλικία θα έχει ο απαντών), οι έρευνες δυνατόν να πέσουν
θύματα διαφόρων στρεβλώσεων. Η συνηθέστερη αφορά την ύπαρξη κενών σε
κάποια ηλικιακή ομάδα, λ.χ 25-45, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος
του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και κατά συνέπεια, εφόσον εργάζονται
στον ιδιωτικό τομέα, να απουσιάζουν από την οικία τους το μεγαλύτερο
μέρος των απογευματινών ωρών, εντός των οποίων διεξάγονται οι έρευνες.
Αυτό αντίστοιχα σημαίνει ότι οι απαντήσεις θα βασίζονται σε μεγαλύτερο
βαθμό από τον "κανονικό" σε γνώμες δημοσίων υπαλλήλων και ανθρώπων
μεγαλυτέρων ηλικιών. Ο Νόμος δεν προβλέπει καλύψεις ανάλογα με το
επάγγελμα ή τη μόρφωση (αυτό μπορεί βέβαια να το ζητήσει ο πελάτης, αλλά
..κοστίζει διότι σημαίνει περισσότερες κλήσεις). Τα κενά που
καταγράφονται ως προς την αντιστοίχηση με την ηλικιακή πυραμίδα,
εξισορροπούνται με στατιστικές σταθμίσεις.
Έτσι, σε πρώτη φάση, γίνεται μια
"στάθμιση" των ηλικιακών υπο-ομάδων ώστε τυχόν ελλείψεις να
εξισορροπηθούν. Ακολούθως, πραγματοποιείται μια δεύτερη "στάθμιση" ώστε η
αναλογία των απαντήσεων ανά προηγούμενη κομματική επιλογή (εδώ η
χρησιμότητα της ερώτησης "τι ψηφίσατε στις προηγούμενες εκλογές;") να
προσεγγίσει τα πραγματικά τελευταία εκλογικά ποσοστά των κομμάτων, δλδ
δεν είναι αποδεκτό μια ολόκληρη δημοσκόπηση να βασίζεται πχ σε
απαντήσεις ψηφοφόρων ενός μόνο κόμματος. Αν βοηθάει καθόλου, η όλη
διαδικασία μοιάζει κάπως με την υπερδειγματοληψία των ψηφιακών
ηχογραφήσεων: η πληροφορία που λείπει αναπληρώνεται από πληροφορία που
φέρουν γειτονικά bits. Στο τέλος το τραγούδι που ακούγεται από τα
ακουστικά του iPod λ.χ. μπορεί να μην έχει την κρυστάλινη καθαρότητα του
καλού βινυλίου, δίνει όμως υπεραρκετές ακουστικές πληροφορίες ώστε να
είναι αντιληπτό και αποδεκτό από το ανθρώπινο αυτί.
Η τελευταία πράξη του “δράματος” κάθε
πολιτικής δημοσκοπικής έρευνας περιλαμβάνει την κατ’ εκτίμηση κατανομή
της λεγόμενης «αδιευκρίνιστης ψήφου» και την αναγωγή
των αποτελεσμάτων του δείγματος σε εθνικό επίπεδο. Η κάθε εταιρία έχει
αναπτύξει, βάσει των γνώσεων και εμπειριών της, ένα εξειδικευμένο αλγόριθμο
με τον οποίο καταλήγει στα τελικά αποτελέσματα (ποσοστά) καθώς και το
περίφημο συν/πλην, τον βαθμό απόκκλισης από το δηλούμενο δηλαδή.
Εξαιτίας ακριβώς των περιορισμών λόγω οικονομίας (budget) και λόγω των
προδιαγραφών του Νόμου, όλα τα μικρά και μικρότερα κόμματα
«θυματοποιούνται» βάναυσα από τα ανακοινούμενα αποτελέσματα. Διότι ναι
μεν οι εταιρίες βάζουν στα “ψιλά” αποκλίσεις εύρους ±5% π.χ., το
μεσοσταθμισμένο νούμερο όμως χρησιμοποιείται από τους δημοσιογράφους για
να οπτικοποιηθούν τα “αποτελέσματα” σε γραφήματα πίτας και εδρών στην
(επόμενη) Βουλή!
Έτσι, αν για παράδειγμα το μικρό, νέο κόμμα “Ασημένιο Δειλινό”
εμφανίζεται με ποσοστό 2,8% να χάνει οριακά την είσοδό του στο
κοινοβούλιο, και η δημοσκοπική εταιρία, ομολογώντας στην ουσία την
αδυναμία της να δώσει ακριβέστερη πρόβλεψη “κοτσάρει” ένα ±5%
στατιστικού λάθους, αυτό συνήθως σημαίνει όχι βέβαια ότι το “Ασημένιο Δειλινό” θα λάβει (μείον) -2,2% αλλά ότι είναι πιθανό
να λάβει ως και 7,8%. Δηλαδή, όχι μόνο να μπει στη Βουλή, αλλά να
στερήσει ως και την αυτοδυναμία από το πρώτο κόμμα, υπό προϋποθέσεις.
Δεν θα δείτε ποτέ κανένα γράφημα σε καμιά εφημερίδα ή
τηλεοπτική οθόνη να απεικονίζει αυτή την ομολογία ανακρίβειας των
δημοσκόπων. Αντιθέτως, θα βλέπετε πάντοτε τα “μπετόν” ποσοστά των
μεγάλων κομμάτων να σκιάζουν τις κοντούλες μπάρες των μικρότερων. Τα
μακροπρόθεσμα αποτελέσματα τέτοιων εικόνων στην «ψυχολογία των μαζών»
και η εγκατάλειψη των εναλλακτικών στο δικομματισμό λύσεων είναι σίγουρα
βαρύτατο πλήγμα στην αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Καμιά
ψήφος δεν είναι χαμένη ψήφος, αρκεί να μάθουμε να διαβάζουμε όλες τις
δημοσκοπήσεις με “μπόλικο αλάτι” κατά την αγγλοσαξωνική έκφραση.
Αναδημοσίευση από το http://nootropia.posterous.com/117600421
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου